Η ΜΑΝΤΗΛΑ ΤΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

Αζινλίκτσα
30
ΜΑΙΟΣ 2007
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΔΟΣ

Η ΜΑΝΤΗΛΑ ΤΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
ΑΙΤΙΑ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ Ή ΑΦΟΡΜΗ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ;


Έχει περάσει αρκετός καιρός αφότου η γαλλική κυβέρνηση είχε εξαγγείλει με τον πιο επίσημο τρόπο, τον πόλεμο κατά της ‘μαντήλας’, με την οποία συχνά Μουσουλμάνες καλύπτουν το κεφάλι τους. Εδώ και λίγες εβδομάδες ένας παρόμοιος πόλεμος έχει ξεσπάσει στη γειτονική μας Τουρκία. Το ενδεχόμενο να αναδειχθεί Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας ένας πολιτικός, του οποίου η σύζυγος, καλύπτοντας το κεφάλι της με μαντήλα αποκαλύπτει δημόσια τη μουσουλμανική ταυτότητά της, έχει προκαλέσει μια πολιτική κρίση, με αφορμή μια προβλεπόμενη από το Σύνταγμα της χώρας συνηθισμένη διαδικασία προεδρικής εκλογής από τα μέλη της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης, όπως επίσημα ονομάζεται το τουρκικό κοινοβούλιο.

Μια τουρκική εφημερίδα, μεγάλης κυκλοφορίας, είχε δημοσιεύσει πριν από μέρες ένα άρθρο με τίτλο “Κοσμική παράνοια διογκώνει την ένταση απ’ άκρου εις άκρον της Τουρκίας”[1]. Ο τίτλος αποδίδει λακωνικότατα το περιεχόμενο του άρθρου. Με διαδηλώσεις και δυναμικές συγκεντρώσεις, που διοργανώνονται κυρίως σε μεγάλες πόλεις, άνδρες και γυναίκες, υπεραμύνονται του κοσμικού χαρακτήρα του πολιτεύματος της Τουρκίας. Με το πάθος που χαρακτηρίζει αυτές τις κινητοποιήσεις οι διαδηλωτές δίνουν την εντύπωση πως διακατέχονται από ένα φόβο, μια αγωνία τους συνενώνει. Να μη γίνει η Τουρκία ένα νέο «Ιράν»! Αναρωτιέται όποιος δε συμμερίζεται τις ανησυχίες όλων αυτών που διαδηλώνουν τόσο δυναμικά: Μήπως διαβλέπουν ότι πίσω, στο αθέατο πολιτικό παρασκήνιο της Τουρκίας καραδοκεί κάποιος ιμάμης με μακριά γένια και σαρίκι, φορώντας μαύρο μακρύ τζουμπέ και με το Κοράνιο στο δεξί του χέρι, περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να επιβάλλει στους Τούρκους και στις Τούρκισσες τη sharia; Όλος αυτός ο φόβος κι αυτή η ανησυχία, κατά τον αρθρογράφο, χαρακτηρίζεται ως «κοσμική παράνοια».
Στις 08/05/2007 ο τουρκικός τύπος δημοσιοποίησε προς την κοινή γνώμη το περιπέτεια της 29χρονης παιδιάτρου Δρος Ayşe Maden, η οποία μετά από εννιά χρόνια σπουδών και εξειδίκευσης κι ένα χρόνο κλινικής εμπειρίας σε νοσοκομείο της Ουαλίας δεν μπορεί να βρει εργασία σε κρατικό νοσοκομείο γιατί της αρέσει να φορά μαντήλα[2]…. Θεωρώ, πως είναι προτιμότερο, με αφορμή τα παραπάνω, ο κάθε αναγνώστης να προβληματιστεί μόνος του και να αναζητήσει προσωπικά τις απαντήσεις.

Η πολιτική κρίση στην Τουρκία ανασύρει στην επικαιρότητα ορισμένα ερωτήματα, που έχουν γενικότερο ενδιαφέρον και δεν αφορούν μόνο τον τουρκικό λαό.
Σ’ ένα αυστηρά ‘κοσμικό’ κράτος, όπως είναι η Τουρκία και η Γαλλία, όπου η θρησκεία, γενικά, δεν έχει λόγο στη ζωή του κράτους, στους θεσμούς, στην εκπαίδευση κ.λπ., ενώ ταυτόχρονα το σύνταγμα αναγνωρίζει και προστατεύει τόσο την ελευθερία της συνειδήσεως, όσο και την ελευθερία της έκφρασης, είναι δυνατόν οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των πολιτών, ή πιο απλά οι ενδυματολογικές επιλογές τους, να αποτελέσουν εμπόδιο για τη συμμετοχή στα κοινά της χώρας, ή στην παροχή εργασίας στο δημόσιο τομέα;
Έχω τη γνώμη, πως αν ένα ‘κοσμικό κράτος’, το οποίο στην ιστορία έχει αναδειχθεί ο κατ’ εξοχήν εγγυητής του δικαιώματος της ελευθερίας της συνειδήσεως, στην έννοια του οποίου περιέχεται η εξασφάλιση της ελευθερίας της θρησκευτικής πίστης και της λατρείας, προκειμένου να μην αλλοιωθεί ο κοσμικός χαρακτήρας του, περιορίζει την απόλαυση και άσκηση θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων, όπως είναι η ελευθερία της συνείδησης και η ελευθερία της έκφρασης, μάλλον είναι στοιχείο ελλειμματικής δημοκρατικότητας σε τούτο κράτος.
Σ’ ένα δημοκρατικό κράτος, που έχει καθιερώσει τον πλήρη χωρισμό πολιτείας και θρησκείας, είναι άραγε ανεπίτρεπτο να υπάρχουν πολιτικά κόμματα, που ενώ δηλώνουν χωρίς επιφυλάξεις αποδοχή των θεμελιωδών συνταγματικών αρχών του κράτους, μεταξύ των οποίων είναι και η διαφύλαξη του κοσμικού χαρακτήρα του δημόσιου βίου, είτε τα στελέχη και τα μέλη τους να είναι πρόσωπα γνωστών θρησκευτικών πεποιθήσεων, είτε ορισμένες αρχές και εξαγγελίες του κόμματος να πηγάζουν από ανθρωπιστικές αξίες θρησκευτικής προέλευσης;
Κατά τη γνώμη μου, στα πλαίσια μιας ώριμης δημοκρατίας δεν είναι ανεκτά διλήμματα που σχετίζονται με τα πιστεύω των πολιτικών ή με τις αρχές που εμπνέουν τις καταστατικές διακηρύξεις ενός κόμματος. Η πολιτική εμπειρία της Ιταλίας και της Γερμανίας όπου αναπτύχθηκαν τα γνωστά “χριστιανοδημοκρατικά” κόμματα, με την πολιτική τους δεν επιδίωκαν, ούτε επιδιώκουν να «εκχριστιανίσουν» το κράτος, τουλάχιστον απροκάλυπτα, παραβιάζοντας συνταγματικές αρχές, ενώ κυρίως η χρήση του επιθέτου “χριστιανικός” στην ονομασία αυτών των κομμάτων αποτελούσε, ιδίως στο παρελθόν, στίγμα της συντηρητικής τους ταυτότητας.

Είναι αλήθεια πως το Ισλάμ, αποτελεί μια θρησκεία που διαθέτει κανόνες οι οποίοι ρυθμίζουν την πορεία του ανθρώπου, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, ως τις πιο ευαίσθητες λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής. Δεν είναι μια θρησκεία με τη στενή έννοια του όρου, αλλά ένα σύστημα, θεόπνευστο κατά τους πιστούς Μουσουλμάνους, διακυβέρνησης του κράτους, διαμόρφωσης διεθνών σχέσεων κ.λπ.. Από την άλλη πλευρά, η μελέτη της ιστορίας του Ισλάμ, εύκολα πείθει κάθε αντικειμενικό μελετητή της, ότι δυστυχώς, κατά τη διάρκεια που το χαλιφάτο ήταν στα χέρια των Αββασιδών της Βαγδάτης (750-1258 μ.Χ.), προκειμένου η ούμμα (το σύνολο των Μουσουλμάνων) να ελέγχεται πλήρως από την αυταρχική ηγεσία της, επιβλήθηκαν διάφορα μέτρα για τον πλήρη έλεγχο ως προς το περιεχόμενο της ισλαμικού «ορθοδοξίας» και ως προς τον τύπο της λατρείας και έλαβαν αποφάσεις για τον περιορισμό της ελευθερίας της σκέψης και της έρευνας. Εκείνη την περίοδο διακυβέρνησης του μουσουλμανικού κράτους (9ο αιώνα μ. Χ.) διατυπώθηκε το δόγμα ότι οι πύλες της ijtihad έχουν κλείσει, το οποίο δυστυχώς δέχεται η πλειοψηφία των Μουσουλμάνων της εποχής μας[3].

Αν κρίνουμε τη Σαουδική Αραβία, το Σουδάν, το Πακιστάν, το Αφγανιστάν, αλλά και το Ιράν, εκτός του ό,τι η θρησκεία (δυστυχώς παραμορφωμένη και παρερμηνευμένη) επηρεάζει τη ζωή του κράτους, με νόμους του κράτους επιβάλλονται υποχρεωτικές οδηγίες ή απαγορεύσεις ως προς την προσωπική ζωή των ανθρώπων. Λ. χ. το κράτος επιβάλλει το πώς θα ντύνονται οι γυναίκες και αν οι άνδρες μπορούν να φορούν γραβάτα ή όχι. Απαγορεύεται στις γυναίκες να οδηγούν αυτοκίνητο, προβλέπεται για τις γυναίκες ποια επαγγέλματα έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν κ.α.π.. Ένα Ισλάμ, που ξεπερνά τη λειτουργία του ως θρησκείας με την τρέχουσα έννοια του όρου και επιδιώκει να γίνει πολιτικό καθεστώς, όπως εφαρμόζεται στις παραπάνω χώρες, όχι μόνο δεν είναι ελκυστικό για έναν άνθρωπο με κοινού νου, αλλά προκαλεί και φόβο, απόλυτα δικαιολογημένο. Γιατί ένα αυταρχικό Ισλάμ, που υποχρεώνει τη μαντήλα με νόμο του κράτους, δυστυχώς αποτελεί ολοκληρωτισμό και μάλιστα με την δήθεν έμπνευση του Θεού.
Ιδίως μετά την επιτυχία της ισλαμικής επανάστασης στο Ιράν, όταν ένας ηλικιωμένος Ιμάμης κατάφερε να ανατρέψει το ισχυρότατο καθεστώς του Σάχη, καταπιεσμένες και συχνά πάμφτωχες μάζες Μουσουλμάνων, που ζουν στο κορμί τους το φόβο και την καταστολή διεφθαρμένων και απολυταρχικών κυβερνήσεων, ένιωσαν να τους φωτίζει ένα χαμόγελο ελπίδας μέσα από τις σελίδες του Ιερού Κορανίου. Έκτοτε αυξάνεται ο αριθμός εκείνων που από τυπικοί Μουσουλμάνοι μεταστρέφονται ειλικρινά στο Ισλάμ, αυξάνεται ο αριθμός εκείνων, που στις κοινωνικές αξίες του Κορανίου βρήκαν απαντήσεις στις αγωνίες τους. Όσα αναφέρονται πιο πάνω ισχύουν και για την Τουρκία, όπου η ψαλίδα ανάμεσα στη φτώχεια και στον πλούτο έχει τεράστιο άνοιγμα και όπου παραδοσιακά κόμματα απογοήτευσαν την πλειοψηφία του λαού κι έτσι στις τελευταίες εθνικές εκλογές βρέθηκαν εκτός της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης.
Συγχρόνως όμως αυξήθηκαν κι εκείνοι οι Μουσουλμάνοι, που με διάφορους τίτλους, βρήκαν τρόπους να εκμεταλλευτούν ανώριμους και ανυπόμονους ίσως νέους πιστούς, να τους φανατίσουν, να τους παρουσιάσουν ως αλήθεια τα δικά τους στρεβλά πιστεύω κι έτσι να φτάσουμε στο ακραίο φαινόμενο, η βλάσφημη παρερμηνεία της τζιχάντ να αποτελέσει πρόσχημα για τρομοκρατικές πρωτοβουλίες, αλλά και για την εμφάνιση του φαινομένου που έγινε γνωστό ως ‘ισλαμοφοβία’, δηλαδή φοβία που προκαλεί το Ισλάμ και καθετί μουσουλμανικό.
Στην πρώτη από τις προηγούμενες περιπτώσεις, η στροφή των φτωχών κυρίως ανθρώπων προς την θρησκεία, είναι ένα φαινόμενο αναμενόμενο, που ανέλυσε και ο Μαρξ, όταν σε μια κοινωνία υπάρχουν έντονες κοινωνικές ανισότητες και το κράτος δεν μπορεί ή δεν θέλει να επιβάλλει αποτελεσματικούς θεσμούς κοινωνικής δικαιοσύνης και πρόνοιας. Η έντονη φοβία σ’ αυτό το φαινόμενο, που μπορεί να μην ενέχει κανένα κίνδυνο αναπροσανατολισμού ενός πολιτικού συστήματος, το οποίο μεταξύ των άλλων εγγυάται και τον αυστηρό κοσμικό χαρακτήρα του κράτους, μάλλον αφορά μια μειοψηφία προνομιούχων κοινωνικά και οικονομικά πολιτών. Αυτή η μειοψηφία[4], ενώ εκμεταλλεύεται τις ανισότητες της κοινωνίας για να αυξάνει τον πλούτο της, απολαμβάνοντας μια καθημερινότητα στην πολυτέλεια, στην υπερκατανάλωση και στην ελευθεριότητα, για υποκειμενικούς και όχι πολιτικούς λόγους, αντιμετωπίζουν τους θρησκευόμενους συμπολίτες τους, συχνά θύματα της δικής τους οικονομικής εκμετάλλευσης, σαν ένα κίνδυνο, που από τη μια μεριά μπορεί να φέρει συρρίκνωση στα προνόμια της ασυδοσίας τους και από την άλλη σαν ένα μέτρο κρίσης της προσωπικής τους ανηθικότητας, σε σύγκριση με τις αξίες που διέπουν την πλειοψηφία της κοινωνίας όπου ζουν.
Στη δεύτερη περίπτωση που προβάλλει το ενδεχόμενο, ακόμα και ελάχιστα πιθανό, ενός ισλαμικού πολιτικού καθεστώτος, τότε οι ανησυχίες δικαιολογούνται, γιατί στην εποχή μας, ο μόνος ολοκληρωτισμός που μπορεί να θεωρηθεί ισχυρός και αναπτυσσόμενος είναι ο ‘ισλαμικός φονταμενταλισμός’, ο οποίος μάλιστα ως ιδεολόγημα αποτελεί και εξαγώγιμο προϊόν κατά πρώτο λόγο της Σαουδικής Αραβίας και κατά δεύτερο του Ιράν, σε όλες τις χώρες όπου ζουν Μουσουλμάνοι.
Έχω την πεποίθηση πως όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως θρησκευτικών πεποιθήσεων, οφείλουν να διατηρούν τη συνείδησή τους σε εγρήγορση και να αρνούνται κάθε παραχώρηση σε κάθε είδους και μορφής ολοκληρωτισμό, επομένως και στον ολοκληρωτισμό που επικαλείται, καταχρηστικά, τις αρχές του Ισλάμ!

Η φωτογραφία που υπάρχει στην αρχή αυτού του άρθρου δείχνει τον Πρόεδρο του Ιράν, κατά την ημέρα τιμής προς τους Δασκάλους αυτής της χώρας (02.05.07), να φιλά με σεβασμό το γαντοφορεμένο χέρι της Δασκάλας που είχε όταν ήταν μικρός μαθητής. Η φωτογραφία κυκλοφόρησε από τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων σε όλο τον κόσμο, διότι υπήρξαν Ιρανοί Μουσουλμάνοι, που επικαλούμενοι τους κανόνες του ιερού ισλαμικού νόμου απαίτησαν να παραιτηθεί ο πρόεδρος, γιατί παραβίασε τη sharia καθώς άγγιξε δημόσια μια γυναίκα, που δεν ανήκε στο στενό οικογενειακό περιβάλλον του….

Κάθε θρησκεία, αν δεν θέλει να εκπέσει ουσιαστικά σ’ ένα μουσειακό είδος από το παρελθόν και να αποτελέσει ένα αισχρό όργανο εξουσίας στον τομέα διαχείρισης της μεταφυσικής αγωνίας του ανθρώπου μπροστά στο θάνατο, με ταυτόχρονη προβολή της χυδαίας συναλλαγής, - ανταμοιβή ο παράδεισος ή καταδίκη η κόλαση-, με σκοπό την καθυπόταξη του ανθρώπου με εργαλείο το φόβο, οφείλουν να εκσυγχρονιστούν για να μπορούν να προσφέρουν απαντήσεις στα ερωτήματα του ανθρώπου της εποχής μας. Ο επίκαιρος θρησκευτικός λόγος δε σημαίνει αλλοίωση της πίστης, ή παραχωρήσεις ως προς την ακεραιότητα του ήθους. Απλά σημαίνει πως στους ηγέτες των θρησκευτικών κοινοτήτων λειτουργεί η στοιχειώδης συνείδηση παρέλευσης του χρόνου, από την ιστορική στιγμή εμφάνισης του μηνύματος κάθε θρησκείας, η επίγνωση της ακατάπαυστης μεταβολής των συνθηκών στις κοινωνίες των ανθρώπων και ότι το μήνυμα της πίστης τους, δεν δόθηκε μόνο για τον 1ο ή τον 6ο αιώνα, αλλά έχει δοθεί και για σήμερα και για πάντα. Σε τέτοιες περιπτώσεις φωτισμένων πνευματικών ηγετών, που μπορεί να μην έχουν εξουσία κοσμικής προέλευσης, όπως λ.χ. συμβαίνει με τον Πάπα της Ρώμης ή με τον Αθηνών Χριστόδουλο, το κύρος τους γίνεται δεκτό χωρίς καταναγκασμούς και το μήνυμά τους προβάλλει τη θρησκεία ως στοιχείο έμπνευσης και προόδου και όχι ως αφορμή φόβου για τη δημοκρατία ή για θεσμούς που εγγυώνται την ισονομία των πολιτών μιας χώρας, δίχως διακρίσεις λόγω θρησκεύματος, κάτι που πλέον είναι αυτονόητο στον οικουμενικό πολιτικό και νομικό πολιτισμό μας.
Δεν μπορεί να μου διαφύγει το παράδειγμα του σεβάσμιου M. Fethullah Gülen, ενός ανθρώπου του Θεού με καταγωγή από τη γειτονική μας χώρα, που το μήνυμά του για ένα Ισλάμ για το σύγχρονο κόσμο, σε επίπεδο διδαχής αλλά κυρίως πράξης έχει εδώ και χρόνια ξεπεράσει τα τουρκικά σύνορα και αντιμετωπίζεται με σεβασμό και αποδοχή και σε κοινωνίες χωρών, όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού δεν είναι μουσουλμανική. Και δεν είναι μόνον ο M. Fethullah Gülen που ζουν και εισηγούνται και στους άλλους μια μουσουλμανική πίστη για τον 21ο αιώνα. Στην Πόλη όποιος το επιδιώξει, μπορεί να θαυμάσει τη φωτεινή και συχνά τολμηρή σκέψη ενός Raik Baba ή ενός Hasan Dede, που πιστεύουν και ζουν το Ισλάμ μ’ ένα τρόπο αγνώριστο για ένα Σαουδάραβα ή ένα Πακιστανό με κόκκινα γένια από τη χέννα, αλλά απόλυτα αυθεντικό….
[1] Άρθρο του Joost Lagendijk στην εφημερίδα ‘Today’s Zaman’ της 09.05-07.
[2] Οι γυναίκες που απασχολούνται σε δημόσιες υπηρεσίες στην Τουρκία είναι απαγορευμένο να φορούν μαντήλα. Η απαγόρευση ισχύει και για τα σχολεία και τα νοσοκομεία.
[3] Η ijtihad είναι μια επιστήμη που αναπτύχθηκε κατά την πρώιμη πνευματική ακμή του Ισλάμ, θεμελιωμένη στη λογική σκέψη και παρήγαγε μια μέθοδο ερμηνείας του ιερού νόμου, με σκοπό την κατανόηση και την εφαρμογή του κορανικού μηνύματος στις ακατάπαυστα μεταβαλλόμενες ανάγκες και συνθήκες της ανθρώπινης κοινωνίας. Για την άσκηση της ijtihad η δημοκρατία και η ελευθερία της έρευνας και της έκφρασης αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις.

[4] Στην Τουρκία την αποκαλούν «λευκούς Τούρκους».

0 yorum: