ΠΟΙΟΣ ΥΠΟΣΚΑΠΤΕΙ ΤΟΝ ΘΕΣΜΟ ΤΟΥ ΜΟΥΦΤΗ;

Azınlıkça
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ- 2007
Sayı 26
ΜΕ ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟΛΜΗ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΔΟΣ

ΠΟΙΟΣ ΥΠΟΣΚΑΠΤΕΙ ΤΟΝ ΘΕΣΜΟ ΤΟΥ ΜΟΥΦΤΗ;
Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η μόνη χώρα της Δύσης, με πληθυσμό κατά συντριπτική πλειοψηφία χριστιανικού θρησκεύματος, που έχει υιοθετήσει στη νομοθεσία της τον ιερό μουσουλμανικό νόμο (σαρία) για τους πολίτες της που είναι Μουσουλμάνοι. Η ισχύς της σαρία στην Ελλάδα συνδέεται άμεσα με το θεσμό του Μουφτή, που πέραν των καθαρά θρησκευτικών καθηκόντων του αναγνωρίζεται από την ελληνική νομοθεσία ως δικαστικό όργανο του κράτους, που επιλαμβάνεται την εφαρμογή του ιερού νόμου σε θέματα οικογενειακών σχέσεων και προσωπικών καταστάσεων (λ.χ. γάμοι, διαζύγια, διατροφές, επιτροπείες, χειραφεσίες και κηδεμονίες ανηλίκων) επιτροπείες, χειραφεσίες και κηδεμονίες ανηλίκων), όπως και σε ζητήματα κληρονομιών που πρέπει να ρυθμιστούν κατά τους κανόνες της σαρία.
Ο Μουφτής στην Ελλάδα είναι ανώτερος δημόσιος λειτουργός. Όπως συμβαίνει τουλάχιστον στο σουννιτικό Ισλάμ, ο Μουφτής, είναι ένα πρόσωπο μεγάλου κύρους που υποδεικνύει με τις ιερονομικές ρήτρες ή γνωμοδοτήσεις (φάτουα ή φετβά) που εκδίδει, αλλά και με τις αποφάσεις του ως δικαστής μεταξύ των Μουσουλμάνων στην Ελλάδα τον τρόπο εφαρμογής των ρυθμίσεων του ιερού νόμου στην επίλυση προβλημάτων ή συγκρούσεων που εμφανίζονται ανάμεσα στους Μουσουλμάνους στις συνθήκες της σύγχρονης κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας.
Η ισχύς του μουσουλμανικού νόμου στην Ελλάδα και η θέση του Μουφτή αποτελούν προνόμια των Ελλήνων Μουσουλμάνων με εξαίρεση όσων κατοικούν στα Δωδεκάνησα. Πρόκειται για μειονοτικά προνόμια, που όμοια αναγνωρίζονταν και στους Έλληνες Ισραηλίτες μέχρι την εφαρμογή του Αστικού Κώδικα, οπότε καταργήθηκαν ως προς αυτούς[1].

Τελευταία ακούγονται όλο και περισσότερες φωνές που αμφισβητούν τις δικαιοδοσίες του Μουφτή στη μουσουλμανική μειονότητα, ιδίως εκείνες που αναφέρονται στην ιδιότητά του ως εξαιρετικού δικαιοδοτικού οργάνου κατά την ελληνική νομοθεσία.

Το ερώτημα τίθεται ευθέως. Ποιος ή ποιοι υποσκάπτουν το θεσμό του Μουφτή[2] στα πλαίσια του ελληνικού δημόσιου βίου;
Κατ’ αρχάς, αμφισβητείται ο Μουφτής ως ανώτερος δημόσιος λειτουργός του ελληνικού κράτους από μειονοτικούς κύκλους που όπως συνέβη πρόσφατα στην Ξάνθη, οργανώθηκαν ‘εκλογές’ για την ανάδειξη «ψιλού μουφτή». Δηλαδή «μουφτή» χωρίς καμιά δικαιοδοσία. Συχνά μάλιστα αυτοί οι κατ’ ουσίαν ανυπόστατοι μουφτήδες πολλή λίγη σχέση αποδεικνύεται πώς έχουν με το Ισλάμ, με τη σαρία, με την ερμηνευτική του ιερού νόμου. Αντί να διακονούν την Ούμα, δηλαδή το σύνολο της κοινότητας των πιστών Μουσουλμάνων δείχνουν ότι προτιμούν την εξυπηρέτηση σκοπών εντελώς ξένων προς το Ισλάμ και τα πραγματικά συμφέροντα των ομοθρήσκων τους.
Το ίδιο το ελληνικό κράτος που διορίζει τους Μουφτήδες υποσκάπτει το θεσμό, υποθέτω από απαράδεκτη σπουδή και αβλεψία, όταν προσωρά στο διορισμό ως Μουφτήδων, ανθρώπους που αμφισβητείται πρώτιστα το ήθος τους, αλλά και η επάρκεια της επιστημονικής κατάρτισής τους. Ο Μουφτής από τα πράγματα είναι ή πρέπει να αναδεικνύεται φυσικός ηγέτης της μουσουλμανικής κοινότητας. Κατά τη γνώμη μου η επιρροή του υπερβαίνει τα στεγανά της θρησκευτικής του κοινότητας και είναι ή θα έπρεπε να είναι ηγετικός παράγοντας του συνόλου της τοπικής κοινωνίας, de facto ηγέτης της μικτής από θρησκευτικής και εθνοτικής άποψης κοινωνίας των Χριστιανών και των Μουσουλμάνων των περιοχών της Θράκης.
Υπάρχουν ορισμένοι επώνυμοι μειονοτικοί πολίτες, οι οποίοι αμφισβητούν ευθέως ή έμμεσα τη δικαστική δικαιοδοσία του Μουφτή. Έχω την εντύπωση πως όσοι υποστηρίζουν τη συρρίκνωση των αρμοδιοτήτων του Μουφτή μέσα στη μειονότητα, ουσιαστικά επιδιώκουν να προκαλέσουν «κενό εξουσίας» στα μειονοτικά πράγματα με την αποψίλωση του Μουφτή, προκειμένου τούτο το «κενό» να καλυφθεί από τους ίδιους, οι οποίοι επιδιώκουν ή κατέχουν βουλευτικές έδρες ή άλλα αξιώματα επιρροής.
Τέλος, με αφορμές διάφορα περιστατικά,-(όπως λ. χ. ο γάμος Έλληνα Μουσουλμάνου με ανήλικη ομόθρησκή του, που απασχόλησε τη γερμανική δικαιοσύνη και τα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης πέρυσι, ή η ‘ανακάλυψη’ πως μεταξύ Μουσουλμάνων τελούνται γάμοι δι’ αντιπροσώπου, μετά την άρνηση αναγνώρισης ως έγκυρων από το Υπουργείο Εσωτερικών τέτοιων γάμων)-, προκλήθηκε το ενδιαφέρον ορισμένων νομικών επιστημόνων, οι οποίοι με ποικίλες εκδηλώσεις του επιστημονικού ενδιαφέροντός τους για το μουσουλμανικό νόμο και για τον τρόπο που εφαρμόζεται από το Μουφτή στην Ελλάδα έσπευσαν να εγείρουν κριτικό λόγο σε μια διαλεκτική αντιπαράθεση των κλάδων του ιερού νόμου που έχουν υιοθετηθεί από την ελληνική νομική τάξη έναντι του συστήματος προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Επανειλημμένα, είτε έντυπα μέσα ενημέρωσης, είτε απόψεις επιστημόνων που βγήκαν από τον περιορισμένο χώρο του σπουδαστηρίου εκδήλωσαν έναν αποτροπιασμό έναντι των κανόνων της σαρία και επί πλέον αποφάνθηκαν πως η διατήρηση των δικαιοδοτικών αρμοδιοτήτων του Μουφτή συνιστά απαράδεκτο αναχρονισμό για τον πολιτικό πολιτισμό μας. Ο μουσουλμανικός νόμος, κατά τον τρόπο που εφαρμόζεται κυρίως στη Θράκη παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα κατά κύριο λόγο των γυναικών, οι ρυθμίσεις που επιβάλλει θεωρούνται αντίθετες στο Σύνταγμα και σε πλέγμα νόμων που ισχύουν στην Ελλάδα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη διεθνή Κοινότητα υπό την ομπρέλα του Ο.Η.Ε..
Την 1η Δεκεμβρίου του 2006 ο Δικηγορικός Σύλλογος Ξάνθης διοργάνωσε επιστημονική εκδήλωση με θέμα την εφαρμογή του ιερού μουσουλμανικού νόμου στη Θράκη. Εισηγητές ήταν ο επίτιμος πρόεδρος του Αρείου Πάγου κ. Στέφανος Ματθίας, ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Νίκος Αλιβιζάτος και ο κ. Γιάννης Κτιστάκης, λέκτορας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Με αφορμή την προηγούμενη εκδήλωση η πολλή σοβαρή δημοσιογραφική ομάδα της εφημερίδας ‘Ελευθεροτυπία’ που προβάλλει πάντοτε έρευνες ιδιαίτερου ενδιαφέροντος με την κάλυψη του συλλογικού ψευδωνύμου «Ιός», στο φύλλο της 24.12.06 δημοσίευσε εκτενή έρευνα με τίτλο «η ελληνική σαρία» και υπότιτλο «ιερό απαρτχάιντ για τις γυναίκες της μειονότητας».
Δεν χρειάζονται επεξηγητικά νομίζω σχόλια για τον προσανατολισμό και την κατάληξη της έρευνας του «Ιού» της «Ελευθεροτυπίας» όσον αφορά τον ιερό μουσουλμανικό νόμο. Ο υπότιτλος που επιλέχθηκε είναι χαρακτηριστικά αποκαλυπτικός. Με δυο λόγια, η σαρία στην Ελλάδα αποτελεί έναν απαράδεκτο για πολιτισμένη και σύγχρονη χώρα αναχρονισμό. Η έρευνα συμπεραίνει ότι οι ρυθμίσεις της σαρία, ιδίως ως προς τον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι γυναίκες στους όρους χορήγησης διαζυγίου, παραβιάζουν όλο το σύγχρονο νομικό καθεστώς προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων και αναίρεσης κάθε μορφής διακρίσεων σε βάρος των γυναικών, που έχει αποδεχθεί και εφαρμόζει η διεθνής κοινότητα και άλλα όμοια.
Δυστυχώς, στις πιο πολλές φορές έτσι είναι τα πράγματα, όπως τα εμφανίζει η έρευνα του «Ιού». Η γυναίκα γενικά, στα πλαίσια των παραδοσιακών κοινωνικών και οικογενειακών δομών που επικαλούνται τη μουσουλμανική ευσέβεια είναι κατώτερη από τον άνδρα, τον παππού, τον πατέρα, τον αδελφό, το σύζυγο.

Τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά και θα έπρεπε να είναι διαφορετικά. Μολονότι κατά τη νομική και φιλοσοφική σχολή Χανεφί ερμηνείας της σαρία, που κατά κύριο λόγο εφαρμόζεται στην Ελλάδα, υιοθετείται η μέθοδος θεώρησης και εφαρμογής του μουσουλμανικού νόμου γνωστή ως ‘ijtihad’, θα τολμούσα να πω ότι δυστυχώς παρατηρείται ατολμία εφαρμογής της μεθόδου αυτής. Τί σημαίνει ‘ijtihad’; Πρόκειται για τη διαδικασία κατάρτισης γνωμοδοτήσεων (ιερονομικών ρητρών) ή δικαστικών αποφάσεων που τείνουν στην επίλυση ή στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της νεωτερικότητας σε σχέση με καταστάσεις που αντιμετωπίζουν σε εξατομικευμένο ή γενικό επίπεδο Μουσουλμάνοι, με εργαλείο την αδέσμευτη ερμηνεία των νομικών πηγών του ιερού δικαίου, -(κυρίως Κοράνιο και Παραδόση ‘Σούννα’)-, εκ μέρους του εφαρμοστή ή του ερμηνευτή του ιερού νόμου, ο οποίος με το κύρος του ήθους του αλλά και την εγνωσμένη επιστημονική κατάρτιση και σωφροσύνη του, έχει τον τρόπο να καθιστά το κλασικό ιερό δίκαιο επίκαιρο για απαντήσεις σε σύγχρονα ερωτήματα ή ικανοποιητική ρύθμιση προβλημάτων ανθρώπων του καιρού μας.
Οι συνθήκες ζωής των Μουσουλμάνων έχουν αλλάξει στους καιρούς μας. Ικανός αριθμός Μουσουλμάνων είτε επέλεξε είτε συμβιβάστηκε να ζει σε κοινωνικό περιβάλλον μη μουσουλμανικό. Από την άλλη μεριά, όπως συμβαίνει και με άλλες θρησκείες, ορισμένες ακραία συντηρητικές παραδόσεις ιδίως ενδυματολογικές που αφορούν τις γυναίκες, ενώ δεν έχουν σχέση με το Ισλάμ, ‘βαφτίζονται’ δήθεν μουσουλμανικές προκειμένου να αποκτήσουν ‘κύρος’ και το μόνο που επιτυγχάνουν, κυρίως σε πολυπολιτισμικές κοινωνίες, είναι να αναδεικνύουν την υποδεέστερη θέση της γυναίκας μέσα στην παραδοσιακή οικογένεια. Συνήθειες ενδυμασίας γυναικών, που ήταν χρήσιμες ή αναγκαίες στο Αφγανιστάν ή στην αραβική έρημο, όπως η κάλυψη του προσώπου με εξαίρεση τα μάτια, όχι όμως και στην Αθήνα ή στην Κομοτηνή ή στο Λονδίνο, προπαγανδίζονται ως δήθεν ευσεβείς πρακτικές, ενώ το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να καθιστούν τους Μουσουλμάνους ‘γραφικούς’ και αναμφίβολα να περιθωριοποιούν τις γυναίκες αδικαιολόγητα και παράλογα. Η ρύθμιση της κληρονομιάς μεταξύ ανδρών και γυναικών κληρονόμων, κατά το κλασικό μουσουλμανικό δίκαιο προβλέπει την παροχή στον άνδρα δύο μερίδων και στη γυναίκα μιας μερίδας. Τούτο ίσως για την εποχή που θεσπίσθηκε να ήταν δικαιολογημένο. Η δομή της οικογένειας ήταν πατριαρχική σε μια ημινομαδική κοινότητα, με συνηθισμένες τις συχνές αιματηρές συγκρούσεις διαφόρων φατριών μεταξύ τους, χωρίς θεσμούς κοινωνικής πρόνοιας, με δεδομένη κατά κανόνα την αμάθεια των γυναικών, η φροντίδα των γυναικών μιας οικογένειας δικαιολογημένα επιβάρυνε τον ή τους αδελφούς μετά το θάνατο του πατέρα. Σήμερα όμως, που η μόρφωση επεκτείνεται μεταξύ των Μουσουλμάνων γυναικών, μια κατά τα προηγούμενα άτεγκτη εφαρμογή των προβλέψεων του κλασικού νόμου, συνιστά ανατροπή του δικαίου, αφού παράγει αδικίες που προσβάλλουν τον κοινό λόγο, ο οποίος θα πρέπει πάντοτε να αποτελεί ένα από τα ερείσματα κάθε νόμου.

Έχω τη γνώμη ότι η αποβολή του ιερού μουσουλμανικού νόμου από την ελληνική νομική τάξη δεν πρόκειται να μας καταστήσει ακόμη περισσότερο σύγχρονο κράτος, απ’ ό,τι είμαστε σήμερα. Ούτε η αποψίλωση του Μουφτή από τις δικαιοδοτικές του αρμοδιότητες μεταξύ των Μουσουλμάνων θα συμβάλλει διά μαγείας στην εξάλειψη των όποιων αναχρονισμών, μπορεί να κάποιος να ανιχνεύσει στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα ανήκει σ’ έναν πολιτικό και πολιτισμικό χώρο, αυτόν της Ενωμένης Ευρώπης, που σίγουρα δεν έχει και δεν επιθυμεί να έχει ομοιότητες με το Ιράκ, που επιβάλλει τόσο βάναυσα τη θανατική ποινή, ούτε με τη Σαουδική Αραβία των Ουχαμπιτών Ουλεμάδων, που εφαρμόζουν με περισσή ευλάβεια τον αρχέγονο νόμο της ανταπόδοσης (οφιθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος), ως σύστημα απονομής δικαίου και σωφρονισμού, ούτε με το Σουδάν ή τη Σομαλία, που βάφτισαν ισλαμική ευσεβή πρακτική τον ευνουχισμό των γυναικών με την επιβολή της κλειτοριδεκτομής. Σ’ ένα σύστημα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του καθενός και της καθεμιάς, η χρήση μαντίλας για κάλυψη του κεφαλιού είναι θεμιτό δικαίωμα της γυναίκας, αρκεί να μην επιβάλλεται πειθαναγκαστικά, από σκοτεινούς μηχανισμούς που εκτρέφουν το φανατισμό και υποθάλπουν την υποκρισία, στρεβλώνοντας την αλήθεια του Ισλάμ ….
Η σαρία στην Ελλάδα είναι ανάγκη να αποδείξει πως μπορεί να είναι επίκαιρη και αναγκαία για όσους Μουσουλμάνους υιοθετούν συνειδητά και ελεύθερα αυτό το νομικό σύστημα. Αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουν οι ίδιοι οι Μουσουλμάνοι και ιδίως οι μορφωμένοι, που είναι σε θέση να συνεισφέρουν. Ίσως η πρωτοβουλία από τα πράγματα ανήκει στους Μουφτήδες της χώρας. Όσοι νομικοί, θεωρητικοί του δικαίου, δικηγόροι και δικαστές ενδιαφέρονται μπορούν να συμβάλλουν αποφασιστικά και αποτελεσματικά. Όχι κρίνοντας αναχρονιστική τη σαρία και περιττές τις δικαιοδοτικές αρμοδιότητες του Μουφτή, με αποτέλεσμα το ψαλίδισμα των υφιστάμενων προνομίων της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης και προτείνοντας δικαιϊκό εκσυγχρονισμό διά της νομικής αφομοιώσεως.
Η ανάπτυξη της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου έχει ανάγκη από την καλλιέργεια μιας ιδιαίτερης πτυχής, που θα μελετά την προστασία των δικαιωμάτων του άλλου, του μειονοτικού, του διαφορετικού, που ενώ επιθυμεί να συμμετάσχει στις εξελίξεις της μικτής κοινωνίας όπου ζει, εντούτοις επιδιώκει και θέλει να περιφρουρήσει την ιδιοπροσωπία του, χωρίς να γίνεται γραφικός, ούτε να οδηγείται στο περιθώριο.
Ίσως οι κραυγαλέες καταστάσεις που συνήθως προβάλλονται από τον μουσουλμανικό κόσμο γεννούν πίκρα και απογοήτευση και κυρίως έχουν ως αποτέλεσμα να θάβεται ο μουσουλμανισμός ουμανισμός. Παρόλα αυτά, παρά τις επιλογές, πολλές φορές σκόπιμα και ιδιοτελώς, των γεγονότων που επιδιώκουν να προβάλλουν τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων αλλά και τα άλλα μέσα ενημέρωσης σε σχέση με τον κόσμο του Ισλάμ, η δροσιά αυτού του πολιτισμού υπάρχει και επί του προκειμένου, όσοι μελετήσουν τη σαρία, ως δοκιμή σπουδής συγκριτικού δικαίου, λαμβάνοντας υπόψη τη μέθοδο ‘ijtihad’ που ανέφερα πιο πάνω, θα εκπλαγούν δημιουργικά και ευχάριστα από όσα ανακαλύψουν….

Η υπεροψία και η αήθεια που συχνά διέκρινε άλλοτε τους Οριενταλιστές όταν αναφέρονταν στον κόσμο του Ισλάμ, με εξαίρεση τον Γάλλο Λουΐ Μασσινιόν, στην εποχή της ανοικτής κοινωνίας, της ώσμωσης των πολιτισμών, της κοινωνίας των πολιτών, όπου δεν υπάρχει λόγος για μειονότητες και πλειονότητες, δεν έχει περιθώρια επιβίωσης….
Οι προκρούστειες επιλογές πάντοτε είναι επικίνδυνες και ας μη λησμονούμε το ολίσθημα ορισμένων διανοούμενων της ‘Αριστεράς’, που το πάθος της συνηγορίας υπέρ της παλαιστινιακής υπόθεσης τους εξώθησε σ’ έναν εναγκαλισμό τους με τον πλέον αποκρουστικό αντισημιτισμό.

[1] Στη γειτονική Τουρκία από το 1926 έπαυσε να ασκεί οποιαδήποτε επιρροή ο ιερός μουσουλμανικός νόμος στη δημόσια ζωή και οι Μουφτήδες έχουν περιορισθεί στην άσκηση αποκλειστικά θρησκευτικών καθηκόντων, ως διορισμένοι υπάλληλοι της Προεδρίας Θρησκευτικών Υποθέσεων (Diyanet İşleri Başkanlığı) της χώρας.
[2] Πρέπει να σημειωθεί με έμφαση, ότι σε τούτο το δημοσίευμα, η αναφορά στο Μουφτή γίνεται όσον αφορά τους διορισμένους κατά τους νόμους του κράτους σε τούτο το αξίωμα, που φέρουν νόμιμα τον τίτλο.

0 yorum: